- σημειοθέτης
- ο, Ν(καλ. τέχν.) ειδικό μετρητικό όργανο που μεταφέρει όλα τα σημεία ενός προπλάσματος στο ακατέργαστο μάρμαρο το οποίο θα χρησιμοποιήσει ο γλύπτης, κν. πονταδόρος.[ΕΤΥΜΟΛ. < σημείο + -θέτης (< τίθημι), πρβλ. νομο-θέτης].
Dictionary of Greek. 2013.